Τετάρτη 7 Ιουλίου 2010

Γιατί το ελαιόλαδο είναι πολύτιμο για την υγεία μας;




Tο εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο περιέχει σημαντικό ποσοστό αντιοξειδωτικών .
Πολυάριθμές μελέτες έχουν αποδείξει την ισχυρή αντιοξειδωτική δράση των φαινολικών συστατικών του ελαιολάδου, τοσο in vitro, όσο και in vivo. Παράλληλα, έχει γίνει αποδεκτή η συνδυαστική θετική συνεισφορά αυτών των συστατικών και σε άλλες βιολογικές δράσεις του οργανισμού μας.
Από διάφορες μελέτες έχει αποδειχθεί ότι οι φαινόλες των ελιών που μεταφέρονται στο παρθένο ελαιόλαδο, απορροφούνται από τον ανθρώπινο οργανισμό και, συνεπώς, μπορούν να συνεισφέρουν στην αντιοξειδωτική ικανότητα του αμυντικού μας συστήματος. Οι κυριότερες φαινόλες των ελιών και του ελαιολάδου είναι οι μη πολικές ελευρωπαΐνη, λιγκστροσίδιο και οι αγλυκόνες τους και οι πολικές υδροξυτυροσόλη και τυροσόλη.
Σε μελέτη του 2004 καταδείχθηκε, ότι φαινολικά συστατικά που περιέχονται στο παρθένο ελαιόλαδο ρύθμισαν την οξειδωτική/αντιοξειδωτική κατάσταση, υγιών ατόμων (ανδρών) οι οποίοι κατανάλωναν πολύ χαμηλή ποσότητα αντιοξειδωτικών.
Είναι πλέον αποδεδειγμένο, ότι τα αυξημένα επίπεδα χοληστερόλης είναι κύριος παράγοντας κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα.
Η χοληστερόλη μεταφέρεται στο αίμα μέσω των λιποπρωτεϊνών. Η LDL (Low density lipoprotein) είναι ο κύριος μεταφορέας της χοληστερόλης στο αίμα. Έχει βρεθεί, ότι υψηλά επίπεδα LDL προκαλούν στένωση των αρτηριών.


Η διαδικασία αυτή καλείται αθηροσκλήρωση και είναι η κύρια αιτία πρόκλησης στεφανιαίας νόσου. Νεώτερες έρευνες υποστηρίζουν, ότι η τάση της LDL για οξείδωση συντελεί στην εξέλιξη της διαδικασίας αθηρωμάτωσης.
Εχουν επισημανθεί δύο πιθανές διαδικασίες, μέσω των οποίων το παρθένο ελαιόλαδο μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο στεφανιαίας νόσου :
Μειώνοντας τα επίπεδα της LDL χοληστερόλης μέσω των Μονοακορέστων λιπαρών οξέων και
Παρεμποδίζοντας την οξείδωση της LDL χοληστερόλης χάρις στις αντιοξειδωτικές ουσίες που περιέχει.


Ο τύπος και η ποσότητα των λιπαρών οξέων έχουν επίδραση στα επίπεδα της LDL χοληστερόλης και συνεπώς επηρεάζουν τον κίνδυνο εμφάνισης αθηροσκλήρωσης. Τα λιπαρά της δίαιτας, τα οποία μειώνουν την LDL χοληστερόλη είναι τα Πολυακόρεστα και τα Μονοακόρεστα λιπαρά οξέα.
Με βάση τα δεδομένα μιας μετα-ανάλυσης 27 δημοσιευμένων μελετών σχετικά με τα λιπαρά οξέα της διατροφής και την επίδρασή τους στα επίπεδα της χοληστερόλης του αίματος, υπολογίσθηκαν τα αποτελέσματα της αντικατάστασης του 1% της προσλαμβανόμενης ενέργειας από υδατάνθρακες με 1% προσλαμβανόμενης ενέργειας από λίπαρα οξέα . Τα αποτελέσματα δείχνουν σαφώς ότι εάν σε ένα διαιτολόγιο αντικατασταθούν τα κορεσμένα οξέα (12:0, 14:0 & 16:0) με ελαιόλαδο ή με άλλα έλαια πλούσια σε πολυακόερεστα λιπαρά, παρατηρούνται θετικά αποτελέσματα στα επίπεδα της LDL χοληστερόλης του αίματος, ενώ σημειώθηκε ότι με πολυακόρεστα (18:0), τα αποτελέσματα ήταν ακόμη πιο θετικά.


Δεδομένου, ότι τα επίπεδα της LDL χοληστερόλης του ορού, είναι άμεσα συνδεδεμένα με τον κίνδυνο καρδιαγγειακών νοσημάτων, ενώ η HDL χοληστερόλη συνδέεται αντίστροφα με τον κίνδυνο αυτό, ο λόγος ολική χοληστερόλη/HDL (TC/HDL), χρησιμοποιείται συχνά ως δείκτης καρδιαγγειακού κινδύνου.


Τα Μονοακόρεστα λιπαρά, εκτός από την επίδραση που έχουν στην LDL, μπορεί να επηρεάζουν και την ευαισθησία της LDL ως προς την οξείδωση. Έχει αποδειχθεί, ότι διαιτολόγια πολύ πλούσια σε Μονοακόρεστα – σε σύγκριση με διαιτολόγια πολύ πλούσια σε Πολυακόρεστα (τα οποία είναι πιο ευοξείδωτα) – καταλήγουν σε LDL με περισσότερα Mονοακόρεστα και λιγότερα Πολυακόρεστα, κάνοντας, έτσι, αυτή τη λιποπρωτεΐνη – τουλάχιστον θεωρητικά – λιγότερο ευοξείδωτη.


Πάντως είναι φανερό, ότι είναι πιο σημαντικό να μειωθεί η ευαισθησία της LDL στην οξείδωση με πρόσληψη των κατάλληλων αντιοξειδωτικών.
Είναι αποδεκτό, ότι η αύξηση της πρόσληψης καλίου και μαγνησίου, φρούτων και λαχανικών (που συμπεριλαμβάνονται στην κλασσική μεσογειακή διατροφή) μπορεί να μειωθεί η αρτηριακή πίεση.
Τα πιθανά αυτά ευεργετικά αποτελέσματα στην αρτηριακή πίεση μπορεί να αυξηθούν με κατανάλωση παρθένου ελαιολάδου, όπως φαίνεται από πρόσφατες μελέτες.


Επιπροσθέτως, πέρα από τα πιθανά ευεργετικά αποτελέσματα του παρθένου ελαιολάδου στην χοληστερόλη ορού, στο οξειδωτικό στρες και στην πίεση, έχει υποδειχθεί ότι οι φαινόλες του παρθένου ελαιολάδου μπορεί να έχουν ευνοϊκή επίδραση στην ροή του αίματος και στο ανοσοποιητικό μας σύστημα.
Πρόσφατα αναφέρθηκε και η αντιφλεγμονώδης δράση της ελαιοκανθάλης συστατικού που ανιχνεύτηκε σε παρθένα ελαιόλαδα και προσομοιάζει με τη φαρμακευτική ουσία ibuprofen.
Παρ’ όλα αυτά, απαιτούνται περαιτέρω μελέτες, ώστε να επιβεβαιωθούν τα παραπάνω ευρήματα σε ανθρώπους.
Ελαιόλαδο και καρκίνος
Επιδημιολογικές μελέτες έχουν συνδέσει την πρόσληψη ελαιολάδου με μειωμένη πιθανότητα εμφάνισης διαφόρων μορφών καρκίνου[7]. Την τελευταία δεκαετία έχει γίνει σημαντική πρόοδος στην κατανόηση του τρόπου συνεισφοράς του παρθένου ελαιολάδου στην πρόληψη του καρκίνου. Ένας μεγάλος αριθμός από τα ήσσονα συστατικά του παρθένου ελαιολάδου έχουν ταυτοποιηθεί ως αποτελεσματικοί παράγοντες κατά των διαδικασιών έναυσης, ενεργοποίησης και προόδου της καρκινογένεσης: η τοκοφερόλη, τα καροτενοειδή, ορισμένες φαινολικές ενώσεις (είτε απλές όπως η τυροσόλη και η υδροξυτυροσόλη, είτε παράγωγα τους όπως τα σεκοϊριδοειδή και οι λιγνάνες), το σκουαλένιο και η φυτοστερόλη β-σιτοστερόλη. Από τα κύρια συστατικά του ελαιολάδου υπάρχουν ενδείξεις ότι και το μονοακόρεστο ελαϊκό οξύ μπορεί να παίζει κεντρικό ρόλο στον μηχανισμό αντικαρκινικής προστασίας. Για την πλήρη κατανόηση του μηχανισμού της χημειοπροστατευτικής δράσης του παρθένου ελαιολάδου απαιτείται περαιτέρω έρευνα σε πειραματόζωα – μοντέλα πολυσταδιακής καρκινογένεσης.


Στην διεθνή βιβλιογραφία, υπάρχουν πολλές μελέτες και ανασκοπήσεις, οι οποίες αναφέρουν σοβαρά στοιχεία σχετικά με την ευεργετική επίδραση του ελειολάδου στην υγεία του ανθρώπινου οργανιμού.
Παρόλαυτα και προκειμένου να προσδιοριστεί ο ρόλος κάθε επιμέρους συστατικού του ελαιολάδου, απαιτούνται επιπλέον μελέτες και αποδείξεις. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι το ελαιόλαδο -και οι επιδράσεις του στην υγεία- είναι σκόπιμο να αναλυθεί ώς μέρος του συνολικού διαιτολογίου δεδομένου ότι πιθανές συνέργειες με συστατικά προερχόμενα από άλλα τρόφιμα έχουν ιδιαίτερη σημασία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου