Το αλάτι (χλωριούχο νάτριο) και το κάλιο είναι ουσιαστικά για τη ζωή. Το κάλιο είναι το κύριο ενδοκυττάριο κατιόν και ο κύριος ρυθμιστής της οξεοβασικής ισορροπίας. Συνεισφέρει στη μεταφορά νευρικών ερεθισμάτων, στον έλεγχο της μυϊκής συσταλτικότητας και στη διατήρηση της αρτηριακής πίεσης.
Η απορρόφησή του γίνεται κυρίως στο λεπτό έντερο και απεκκρίνεται κυρίως από τα ούρα (η ικανότητα των νεφρών για κατακράτηση Κ είναι ελαττωμένη). Το μη απορροφήσιμο και το εντερικώς απεκκρινόμενο Κ αποβάλλεται από τα κόπρανα, ενώ κάποιο ποσό αποβάλλεται από τον σίελο και τον ιδρώτα. Η έλλειψη του Κ οδηγεί σε υποκαλιαιμία, με συμπτώματα τα οποία περιλαμβάνουν ανορεξία, ναυτία, κοιλιακή διόγκωση, παραλυτικό ειλεό, μυϊκή αδυναμία, μειωμένα ή απόντα αντανακλαστικά, παράλυση, νωθρότητα, ερεθιστική συμπεριφορά, αναπνευστική ανεπάρκεια, πολυδιψία, πολυουρία και καρδιακές αρρυθμίες.
Επιδημιολογικές μελέτες έχουν αποδείξει την αντιστρόφως ανάλογη σχέση μεταξύ της πρόσληψης καλίου και της αρτηριακής πίεσης. Οι ερευνητές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η χαμηλή πρόσληψη καλίου μπορεί να είναι ένας από τους προδιαθεσικούς παράγοντες που συμβάλλουν στην αύξηση της αρτηριακής πίεσης, ενώ αντίθετα η πρόσληψή του λειτουργεί ως ‘αντίβαρο’ στην υπέρταση, η οποία αποτελεί ένα κύριο παράγοντα κινδύνου για εγκεφαλικό και έμφραγμα.