Πολλοί άνθρωποι δυσκολεύονται να δώσουν απάντηση σε αυτό το ερώτημα ή αρνούνται τη διαφοροποίηση που υφίσταται μεταξύ των δύο αυτών καταστάσεων.
«Εγώ τρώω όταν πεινάω», ισχυρίζεται κανείς, ή «η πείνα μου είναι πραγματική»! Είναι γεγονός ότι δύσκολα διακρίνει κανείς τη διαφορά και, ακόμη δυσκολότερα, παραδέχεται ότι οι λόγοι που δεν οργανώνει καλύτερα και δεν βελτιώνει τη διατροφική του συμπεριφορά είναι καθαρά ψυχολογικοί.
-Συναισθηματική πείνα
Η συναισθηματική πείνα αναφέρεται στην κατάσταση εκείνη κατά την οποία η τροφή λαμβάνεται για την κάλυψη συναισθηματικών αναγκών που δεν καλύπτονται με άλλους τρόπους.
Η συναισθηματική πείνα αναφέρεται στην κατάσταση εκείνη κατά την οποία η τροφή λαμβάνεται για την κάλυψη συναισθηματικών αναγκών που δεν καλύπτονται με άλλους τρόπους.
Μια συγκεκριμένη συναισθηματική ανάγκη, π.χ. η μοναξιά, η βαρεμάρα, η ντροπή, η θλίψη προκαλούν την αναζήτηση και λήψη τροφής και όχι το πραγματικό αίσθημα της πείνας. Μόλις δεν νιώθει κανείς καλά, αναζητά άμεσα το φαγητό!
Παράλληλα, σε αυτές τις περιπτώσεις επικρατεί η πεποίθηση ότι το φαγητό αποτελεί μια μεγάλη απόλαυση και ότι τίποτα δεν συγκρίνεται με αυτό, κανείς δεν μπορεί να το αποχωριστεί εύκολα. Το άτομο που καταφεύγει στο φαγητό για συναισθηματικούς λόγους ανυπομονεί να έρθει η στιγμή που θα βρεθεί μόνο του για να φάει. Τότε, νιώθει πραγματικά ο «εαυτός» του και απολαμβάνει αυτό που τον κάνει πάντοτε να νιώθει καλύτερα και ευχάριστα, δηλαδή το φαγητό!
Τα αποτελέσματα της τακτικής αυτής είναι, βέβαια, σημαντικά! Η υπέρμετρη κατανάλωση θερμίδων, ιδιαίτερα όταν κανείς δεν πεινά και επομένως δεν τις χρειάζεται, οδηγεί καταρχήν σε αίσθημα προσωπικής δυσαρέσκειας.
Δεν είναι ευχάριστο να νιώθει κανείς ότι δεν ελέγχει τον εαυτό του και ότι ουσιαστικά εξαρτάται από κάτι άλλο, πιο δυνατό από αυτόν, το φαγητό, για τη βελτίωση της διάθεσής του! Κατά δεύτερον, η κακή συνήθεια της συναισθηματικής πείνας αποφέρει συχνά παραπανίσια κιλά και πιθανώς μια επιδεινούμενη παχυσαρκία.